ΚΩΛΟΤΟΥΜΠΑ η ΚΟΛΟΤΟΥΠΜΑ
- κωλοτούμπα θηλυκό τούμπα η οποία πραγματοποιείται με το κεφάλι προς τα κάτω
και τα πόδια προς τα πάνω
- (μεταφορικά) υπαναχώρηση από τις αρχικές απόψεις ή θέσεις, πλήρης μεταστροφή σε σχέση με όσα πριν υποστήριζε κάποιος
[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις: κώλος ΚΑΙ ΤΟΥΜΠΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου